Οι γυναίκες που θηλάζουν τα μωρά τους φαίνεται ότι διατρέχουν μειωμένο κίνδυνο να εκδηλώσουν ενδομητρίωση, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Η ενδομητρίωση είναι μία χρόνια και συχνά επώδυνη κατάσταση που εκδηλώνεται όταν το εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας αναπτύσσεται έξω από αυτήν, π.χ. στις σάλπιγγες, τις ωοθήκες ή στην πύελο.
«Ανακαλύψαμε ότι οι γυναίκες που θηλάζουν για περισσότερο καιρό τα μωρά τους είχαν λιγότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με ενδομητρίωση», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Leslie Farland, από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας T.H. Chan του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. «Δεδομένης της χρόνιας φύσης της ενδομητρίωσης και των ελάχιστων προληπτικών μέτρων που έως στιγμής έχουμε στη διάθεσή μας, ο θηλασμός θα μπορούσε να αποτελέσει έναν σημαντικό παράγοντα προστασίας από αυτήν».
Στη νέα μελέτη συμμετείχαν περισσότερες από 72.000 εθελόντριες, τις οποίες οι ερευνητές παρακολούθησαν επί δύο δεκαετίες. Στη διάρκεια της περιόδου παρακολουθήσεως, 3.296 από αυτές διαγνώστηκαν με ενδομητρίωση μετά την απόκτηση του πρώτου τους παιδιού. Η ενδομητρίωσή τους είχε επιβεβαιωθεί με λαπαροσκοπικό έλεγχο.
Οι ερευνητές εξέτασαν αν οι γυναίκες είχαν θηλάσει τα μωρά τους, πότε έγινε η εισαγωγή στερεάς τροφής ή τεχνητού γάλακτος στη διατροφή του μωρού, καθώς και πόσος καιρός μεσολάβησε από τη γέννηση κάθε μωρού έως την πρώτη έμμηνο ρύση της μητέρας του.
Όπως διαπίστωσαν, για κάθε 3 μήνες θηλασμού ενός μωρού μετά τον τοκετό, ο κίνδυνος εκδήλωσης ενδομητρίωσης μειωνόταν κατά 8%, αλλά το ποσοστό αυτό γινόταν 14% εάν το μωρό τρεφόταν αποκλειστικά με μητρικό γάλα.
Επιπλέον, όσες γυναίκες τάιζαν περισσότερα του ενός μωρά με αποκλειστικό θηλασμό, συσσωρεύοντας 18 ή περισσότερους μήνες θηλασμού στη διάρκεια της αναπαραγωγικής ζωής τους, είχαν σχεδόν 30% λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν ενδομητρίωση, σε σύγκριση με όσες δεν είχαν θηλάσει τόσο πολύ τα μωρά τους.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι ο θηλασμός δρα προστατευτικά επειδή διακόπτει τον έμμηνο κύκλο της γυναίκας για λίγο καιρό. Μπορεί επίσης να παίζουν ρόλο οι ορμονικές αλλαγές που σχετίζονται με αυτόν.
Όπως και να ‘χει, «τα νέα ευρήματα υποστηρίζουν την αξία του θηλασμού για την υγεία της υγείας», τόνισε η δρ Φάρλαντ.
Υπολογίζεται ότι μία στις δέκα γυναίκες εκδηλώνουν ενδομητρίωση η οποία προκαλεί πόνο χαμηλά στην κοιλιά, επώδυνη έμμηνο ρύση και πόνο στη διάρκεια του σεξ.
Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό British Medical Journal (BMJ).
Όλοι εμείς στη Fertilovit υποστηρίζουμε το μητρικό θηλασμό και τα πολλαπλά οφέλη του. Η επιστημονική αυτή μελέτη επιβεβαιώνει την σημασία του μητρικού θηλασμού.